Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανάρτηση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανάρτηση η [anártisi] Ο33 : (λόγ.) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αναρτώ· κρέμασμα. || (τεχνολ.): ~ οχήματος, το σύνολο των οργάνων με τα οποία μεταφέρεται το βάρος του στον άξονα των τροχών· σουσπασιόν.

[λόγ. < ελνστ. ἀνάρτη(σις) `κρέμασμα΄ -ση & σημδ. γαλλ. suspension]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανάρτηση [anártisi] η,
  • ① hanging (up) (syn κρέμασμα):
    • ~ενός πίνακα |
    • έγινε στο σαλόνι η ~ της νέας εικόνας, μιας ελαιογραφίας (Myriv, adapted) |
    • τελετή της ανάρτησης .. μιας σημαίας ενός τουρκικού πολεμικού που κυριεύτηκε (Ouranis) |
    • διαγώνια στο στήθος (αγαλματίου Aρτέμιδος) ήταν τελαμώνας για την ~ φαρέτρας (DILazaridis) |
    • ένα χάλκινο αντικείμενο με τα όργανα του γένους· ένας μεγάλος κρίκος δείχνει ότι χρησίμευε για ~ (Dakaris) |
    • η ~ εικόνων στους ναούς ήταν καυτό πρόβλημα
  • ② suspension:
    • ~ βάρους suspension of load |
    • ~ του πηδαλίου suspension of the rudder |
    • ~ βόμβας suspension of a bomb

[fr kath ανάρτησις ← K ἀνάρτησις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες