Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανάκλαση η [anáklasi] Ο33 : 1.(φυσ.) φαινόμενο κατά το οποίο φωτεινές ή θερμικές ακτίνες, ή ηχητικά ή ηλεκτρομαγνητικά κύματα αλλάζουν διεύθυνση, όταν προσκρούσουν στη διαχωριστική επιφάνεια δύο σωμάτων: H ~ του φωτός / του ήχου. Γωνία ανακλάσεως. 2. (φυσιολ.) φαινόμενο κατά το οποίο ο οργανισμός αντιδρά αυτόματα σε ένα ερέθισμα.
[λόγ. < αρχ. ἀνάκλα(σις) -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανάκλαση [anáklasi] η, & L ανάκλασις, gen ανακλάσεως, pl ανακλάσεις
- ① phys refraction, reflection (syn αντανάκλαση 1):
- η ~ του φωτός reflection of light (syn διάθλαση του φωτός) |
- η ~ του ήχου reverberation of the sound
- ⓐ geophys ~ σεισμικών κυμάτων reflection of seismic waves
- ② physiol direct reaction of the nervous system to stimulation or irritation w. no participation of one's will, reflex:
- νευρική ~ |
- η ~ είναι μια αντίδραση που απαρτίζεται από σαφώς καθορισμένες κινήσεις μ' έναν σαφώς καθορισμένο εξωτερικό ερεθισμό (Moustoxydis)
- ③ rhet repetition of a word in a different or opposite sense (syn αντανάκλαση, ομωνυμία) e.g. η τιμή τιμή δεν έχει 'honor has no price'
[fr K ἀνάκλασις ← AG]
- ① phys refraction, reflection (syn αντανάκλαση 1):