Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανάδομα [aná∂oma] το,
- flash, sparkle (syn αναλαμπή, λαμπηδόνα, λάμψη):
- το ~ της φωτιάς, της φλόγας |
- η ποίηση από τη φλόγα και το ~ της ζωής (Karantonis) |
- το βιβλίο είναι ~ της ψυχής, πραγματοποιημένο με αληθινή ευδιαθεσία (Panagiotop) |
- ο άνθρωπος, έτσι πεπερασμένο ~ του απείρου που είναι, υπερβαίνεται πάντως από τις μεταφυσικές δυνάμεις (Platis)
[fr LMG ανάδομα ← K ἀνάδομα (Plut.) 'product of digestion']
- flash, sparkle (syn αναλαμπή, λαμπηδόνα, λάμψη):