Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αμφιβληστροειδής -ής -ές [amfivlistroiδís] Ε10 : (ανατ.) ~ χιτώνας και ως ουσ. ο αμφιβληστροειδής, ο εσωτερικός χιτώνας του ματιού.
[λόγ. < ελνστ. ἀμφιβληστροειδής]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμφιβληστροειδής1 [amfivlistroi∂ís] ο, gen αμφιβληστροειδούς (L) anat
- retina (of the eye):
- ο ερεθισμός φεύγει από τον αμφιβληστροειδή, πηγαίνει στο οπτικό κέντρο, στα εγκεφαλικά ημισφαίρια και σχηματίζεται μια εστία οπτικής διέγερσης στα κύτταρα του οπτικού κέντρου (Geros) |
- όταν το καλλιτέχνημα ερεθίση τον αμφιβληστροειδή του θεατή, ο ερεθισμός αυτός είναι γενεσιουργός των δισεκατομμυρίων στοιχείων που είχαν συνθέσει στον αμφιβληστροειδή του καλλιτέχνη την απειροπολυσύνθετη εικόνα (AVlachos)
[substantiv. m of αμφιβληστροειδής2]
- retina (of the eye):
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμφιβληστροειδής2, -ής [amfivlistroi∂ís] (L)
- resembling a casting net, net-like:
- ~ χιτών or χιτώνας anat retina (of the eye) (syn αμφιβληστροειδής1) |
- μια δέσμη από ακτινοβολίες επηρεάζουν τον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού μας (Dizikirikis)
[fr K αμφιβληστροειδής; ~ χιτών in Galen]
- resembling a casting net, net-like: