Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αμφίβραχυς ο [amfívraxis] Ο : (λόγ.) στην αρχαία ελληνική μετρική, ρυθμικός πόδας που αποτελείται από τρεις συλλαβές, τις δύο ακραίες βραχύχρονες και τη μεσαία μακρόχρονη. || (ως επίθ.): ~ πόδας.
[λόγ. ουσιαστικοπ. αρσ. του ελνστ. επιθ. ἀμφίβραχυς]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμφίβραχυς [amfívra] ο,
- ① anc metr amphibrach, the metrical foot ˘ - ˘, consisting of three syllables w. the medial syllable long between two short as in άμεινον, έδωκε
- ② mod metr amphibrach, i.e. foot w. the medial syllable accented between two unaccented as το δρόμο, επήρα
[fr AG αμφίβραχυς noun & adj]