Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αμυγδαλεκτομή η [amiγδalektomí] Ο29 : (ιατρ.) χειρουργική επέμβαση κατά την οποία αφαιρούνται οι αμυγδαλές.
[λόγ. < γαλλ. amygdalectomie < amygdal(e) = αμυγδαλ(ή) + -ectomie = -εκτομή]