Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμπαζούρ
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αμπαζούρ το [abazúr] Ο (άκλ.) : απλή κατασκευή από αδιαφανές γυαλί, πορσελάνη, πλαστικό, μέταλλο, χαρτί ή άλλο υλικό, που προσαρμόζεται σε φορητή συνήθ. λάμπα, με σκοπό να συγκεντρώσει το φως σε μια κατεύθυνση, συνήθ. προς τα κάτω· καπέλο. || (επέκτ.) η φορητή λάμπα, το πορτατίφ.

[λόγ. < γαλλ. abat-jour]

[Λεξικό Γεωργακά]
αμπαζούρ [abazúr] (& [ambazúr]) το, indecl
  • lampshade:
    • το ~ της λάμπας |
    • σφαιρικό ~ globe |
    • λάμπα με ~ shaded lamp |
    • βάζω ~ σε λάμπα shade a lamp |
    • μια τεράστια λάμπα με πόδι ... με ~ διάφανο σε σχήμα κολοβής τετράπλευρης πυραμίδας (Melas) |
    • φωτάκια έριχναν ολόγυρα ένα πένθιμο, αμυδρό φως, διανθισμένα από μαύρα τούλινα ~ (Nirvanas) |
    • στο ταβάνι είναι κρεμασμένες ηλεκτρικές λάμπες με παράξενα ~ (Ouranis) |
    • τους ανθρώπους τους καίνε στους φούρνους και το πετσί τους οι ναζί το κάνουν ~ (Nakou)

[fr Fr abat-jour 'id.']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες