Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αμετανόητα, επίρρ.
-
- Χωρίς μεταμέλεια:
- (Kαρτάν., Π. N. Διαθ. φ. 382v).
[<επίθ. αμετανόητος. Η λ. τον 4. αι. (Lampe, λ. ‑ος), στο Βλάχ. και σήμ.]
- Χωρίς μεταμέλεια:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμετανόητα [ametanóita] adv
- impenitently (syn αμετάνοιωτα):
- το ~ μεγάλο πλήθος των ρόλων που γράφω μ' εμποδίζει να ευχαριστήσω ονομαστικά όλους τους καλλιτέχνες που τους ερμήνεψαν (Katrakis) |
- poem πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα | ρωτώντας πάντα ~ |...| πού τραβάει | αυτός ο δρόμος (Leontaris)
[fr PatrG ἀμετανόητα, der of αμετανόητος; cf K ἀμετανοήτως]
- impenitently (syn αμετάνοιωτα):