Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αμβλύνους -ους -ουν [amvlínus] Ε12ε : (λόγ., για πρόσ.) που χαρακτηρίζεται από αμβλύνοια, από έλλειψη ικανότητας για σωστή και γρήγορη αντίληψη. ANT οξύνους.
[λόγ. αμβλύ(ς) + νους κατά το βραδύνους]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμβλύνους, -ους [amvlínus] (L) rare
- dull (of wit), doltish (syn αμβλύς 3)
[cpd of αμβλύς & νους; cf βαθύνους, βραδύνους, ευρύνους etc]