Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αμαξοστοιχία η [amaksostixía] Ο25 : σειρά σιδηροδρομικών οχημάτων που σύρονται από μία μηχανή· (πρβ. τρένο): Mία ~ με δέκα βαγόνια. Εμπορική / επιβατική / κοινή ~. H ταχεία (~) Πειραιώς-Aθηνών-Θεσσαλονίκης αναχωρεί σε πέντε λεπτά.
[λόγ. άμαξ(α) -ο- + στοίχ(ος) -ία κατά το συστοιχία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αμαξοστοιχία [amaksosti ía] η,
- railway train (syn συρμός L, τρένο):
- σιδηροδρομική ~ |
- επιβατική ~ passenger train |
- ταχεία ~ express, fast train |
- εμπορική ~ freight train |
- μικτή ~ mixed (passenger & freight) train |
- έκτακτη (τακτική) extra (regular) train |
- εκδρομική ~ excursion train |
- θωρακισμένη ~ milit armored train |
- πρωινή ~ morning train |
- η ~ σταμάτησε μπροστά στο φυλάκιο |
- έκοψαν τις ελιές στον πόλεμο, για να τροφοδοτήσουν με ξύλα τις αμαξοστοιχίες τους (Ouranis)
[cpd w. -στοιχία; cf ισο-, πολυ-, συ-, τετρα-στοιχία]
- railway train (syn συρμός L, τρένο):