Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλφαβητάρι [alfavitári] το,
- ① alphabet book, abecedarium, primer, first reader (syn αλφαβητάριο 1, φυλλάδα):
- διαβάζαμε τ' ~ |
- παρατηρώ πως εσείς όλοι ελπίζετε να φωτίστε το γένος με τ' ~ στο χέρι (Solom) |
- μαζί με τα παιχνίδια μου ήταν και μια φυλλάδα, έτσι λέγαμε το ~ (Xenop) |
- για το διάβασμα είχανε σύνεργο τη φυλλάδα, δηλαδή το ~ (Prevelakis) |
- σα να 'ναι το ~ των Kινέζων μια ζούγκλα σκοτεινή, όπου σμίγουν ερωτικά ή παλεύουν μανιασμένα τα παμπάλαια φίδια της σοφίας (Kazantz) |
- poem το νου μας πρώτα στύλωσε και χτίσε | και πρώτ' απ' όλα ~ κράτα (Palam) |
- κρατεί ανοιχτόν αγνάντια του μικρόν ~ (Sikel)
- ② the ABC's, alphabet, the letters of the alphabet (syn in αλφαβήτα 1):
- folks. Bασίλη, αν ξέρεις γράμματα, πες μας τ' ~ (Kephall; Theros)
- ⓐ the elements, rudiments of education, science, art; a vademecum, guide (cf αλφαβήτα 2):
- το ~ της τέχνης του λόγου (Palam) |
- ο νους πηγαίνει στο έργο του με κάποιο ~ στο χέρι (Tatakis) |
- poem τ' ~ των άστρων που συλλαβίζεις |...|...| πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις (Seferis)
[fr ByzG αλφαβητάριν (10th c. AD), der of αλφάβητος; cf αλφαβητάριο]
- ① alphabet book, abecedarium, primer, first reader (syn αλφαβητάριο 1, φυλλάδα):
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αλφαβητάριο το [alfavitário] Ο42 & αλφαβητάρι το [alfavitári] Ο44α : 1.βιβλίο με το οποίο τα παιδιά μαθαίνουν τα γράμματα του αλφαβήτου και ανάγνωση: Διαβάζει / ξεφυλλίζει το ~ με τις πολύχρωμες εικόνες. 2. (μτφ.) τα βασικότερα στοιχεία από έναν ορισμένο κύκλο γνώσεων.
[-άρι: μσν. αλφαβητάρι(ο)ν υποκορ. του ελνστ. ἀλφάβητ(ος) -άριον· -άριο: λόγ. επίδρ.]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλφαβητάριο [alfavitário] το, (L)
- ① = αλφαβητάρι 1
- ② = αλφαβητάρι 2b:
- τ' ~ της αγάπης |
- poem τ' ~ μιας χαράς σπουδάζω από προχτές (Athanasoulis)
[fr ByzG *αλφαβητάριον, der of αλφάβητος w. suff -άριον Lat -arium; cf abcdarium]