Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αλφάβητος ο [alfávitos] Ο19 : (φιλολ.) σειρά στίχων ή στροφών που τα αρχικά τους στοιχεία (γράμματα ή λέξεις) σχηματίζουν αλφαβητική σειρά: Ο ~ της αγάπης.
[ελνστ. ἀλφάβητος `αλφάβητο΄ (η σημερ. σημ. μσν.)]
[Λεξικό Κριαρά]
- αλφάβητος ο — η.
-
- 1) Tα εικοσιτέσσερα γράμματα του αλφαβήτου, το αλφάβητο:
- ουδέ την αλφάβητον ηξεύρεις συλλαβίζειν (Προδρ. IV 71 χφ K κριτ. υπ).
- 2)
- α) Ποίημα γραμμένο με αλφαβητική ακροστιχίδα:
- Έτερος αλφάβητος της ξενιτείας (Αλφ. ξεν. Αμ. τίτλ.), (Ch. pop. 87)·
- β) αλφαβητική σειρά:
- Tο προοίμιον Oμήρου συνταχθέν κατ’ αλφαβήτου (Eρμον. 551).
- α) Ποίημα γραμμένο με αλφαβητική ακροστιχίδα:
[μτγν. ουσ. αλφάβητος ο (DGE)]
- 1) Tα εικοσιτέσσερα γράμματα του αλφαβήτου, το αλφάβητο:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλφάβητος [alfávitos] η, (L)
- acrostic poem:
- ερωτική ~ |
- ~ της αγάπης |
- ~ της ξενιτειάς |
- στα Δωδεκάνησα βρίσκουμε έναν γνωστό μας τύπο στιχουργικό, την αλφάβητο (Dimaras)
[fr AG ἀλφάβητος f & m]
- acrostic poem: