Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλμυρίδα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αλμυρίδα [almirí∂a] η, (& αρμυρίδα) bot = αρμυρήθρα

[fr K plant name ἁλμυρίς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες