Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλλιώτικα [aljótika] adv
- ① in a different way, differently, otherwise (syn in αλλιώς 1):
- μιλώ ~ |
- τ' άκουσα ~ |
- μου τα λέει τώρα ~ |
- ~τα είπε κείνος, ~ τα λες εσύ he said this one way, you say it another |
- τον κοιτάζει ~ |
- τα βλέπει ~ τα πράγματα he has a different viewpoint |
- πήγαινε να ιδείς επιτέλους τον κόσμο ~ |
- δεν μπορώ να ζήσω ~ |
- ζούμε ~ από σας |
- καλύτερα έτσι παρά ~ |
- ~ δε γίνεται |
- πώς να γίνει ~; |
- δεν μπορεί (μπορούσε) να γίνει ~ |
- πώς ~ θα μπορούσα να κάμω δική μου τη χώρα; |
- η εξουσία δειχνόταν φιλάνθρωπη, γιατί δεν μπορούσε να κάμη ~ |
- βαδίζομε, καθόμαστε, φερόμαστε ~ από πριν |
- ήρθε ~ το πράμα |
- τα εξετάζει τα πράματα κάπως ~ |
- δεν αισθάνομαι την ανάγκη να τον πλησιάσω ~ |
- μου έρχεται να το σκίσω (sc το γράμμα) και να το αρχίσω ~ (Palam) |
- για να εκφρασθούμε ~, φανερό πως ο λόγος είναι εδώ για την αρχική ποιητική έμπνευση (Dimaras) |
- αν ήθελες εσύ, θα ήμουνα ~ σήμερα (Nirvanas) |
- ποτέ δεν τη νοιώθουμε τη μοίρα ~ (Panagiotop) |
- το συναπάντημα αυτό τον είχε κάπως ~ ταράξει (Athanas) |
- γεροντάκι εγώ ~ από σας έζησα κι ~ συνήθισα (DLoukop) |
- πόσο ~ είχε μεταχειριστή το ίδιο θέμα ο Aισχύλος (Karouzos) |
- τα μαλλιά χαρακτηρίζουν την υπόσταση του καταχθονίου Διός, όπως ονομάζεται ~ ο Άδης (Despinis) |
- την ιστορία συνιστούν οι πράξεις των ανθρώπων ... ή, ~ ειπωμένο, ιστορία είναι οι πράξεις κατά το μέτρο που καλλιεργούν και υπηρετούν αξίες (Tsatsos)
- ② contrariwise, otherwise (syn αλλιώς 2):
- έλα μαζί μας, γιατί ~ θα χάσεις |
- κάμε ό,τι σου λέω, ~ θα χάσεις τη θέση σου |
- της πήραν τα γατάκια, για να μπορέσουν να τη γιατρέψουν, γιατί ~ ήταν αδύνατο να κλείσουν οι πληγές (Myriv) |
- κάθε εποχή προπαρασκευάζει ή αποδέχεται κάποια σχήματα, ~ η συμβίωση γίνεται αδύνατη (Panagiotop) |
- μόνο με αυτούς τους όρους εξασφαλίζεται συναγωγή συμπεράσματος, ~ πέφτομε σε λογικό λάθος (Tatakis) |
- του ζήτησε να του παραδώση τη Mάνη, γιατί ~ την επερίμενε η μεγαλύτερη καταστροφή (Fteris)
[der of MG αλλιώτικος]
- ① in a different way, differently, otherwise (syn in αλλιώς 1):