Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλληλοπάθεια
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αλληλοπάθεια η [alilopáθia] Ο27 : (γραμμ.) κοινή ενέργεια δύο ή περισσότερων υποκειμένων, η οποία από το ένα από αυτά μεταβαίνει στο άλλο και αντίστροφα και η οποία εκφράζεται κυρίως με αλληλοπαθή ρήματα και αλληλοπαθείς αντωνυμίες.

[λόγ. < ελνστ. ἀλληλοπάθεια `αμοιβαία αστρολογική επίδραση΄]

[Λεξικό Γεωργακά]
αλληλοπάθεια [alilopáθia] η,
  • mutual suffering, undergoing of reciprocal influence (syn αλληλεπίδραση):
    • τέσσερα νοσήματα ..., κυρίως όμως η σκωληκοειδίτις, είναι κατά μεγάλο μέρος γεννήματα της αλληλοπαθείας ιατρών και ασθενών (Papantoniou)
  • ⓐ gramm reciprocity, expressed chiefly by reciprocal or reflexive verbs

[fr K ἀλληλοπάθεια, der of αλληλοπαθής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες