Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλληλοδιείσδυση [alilo∂iíz∂isi] η, pl αλληλοδεισδύσεις (L)
- interpenetration (syn αλληλοεισχώρηση, near-syn L διαπίδυση):
- ~ στοιχείων |
- ~ του ανθρώπου και του κόσμου |
- ~ των στιγμών του χρόνου (Papanoutsos) |
- αλληλοδιεισδύσεις τείνουν να καταργήσουν τα όρια (Chatzinis) |
- η ~ του αντικειμενικού και ψυχικού στοιχείου επιτελείται με την χρησιμοποίηση του συμβόλου (Georgoulis) |
- ~ των δογμάτων πρέπει να είναι πολύ παλαιά (Dragona-M) |
- στην αληθινή ενσυναίσθηση γίνεται σύντηξη και ~ εποπτείας και συναισθήματος (Papanoutsos) |
- η ποίηση είναι ένα επιφαινόμενο της δημιουργικής αλληλοδιείσδυσης των φανερωμάτων της ίδιας της ζωής (Spandonidis) |
- η στοιχειακή ~ του φυσικού και του ανθρώπινου στοιχείου στα ποιήματα των φυσικών στιγμών (id.) |
- η ζωντανή επαφή με την ξένη ψυχή, η ~ που γονιμοποιεί τη γνωριμία, δεν είναι τόσο εύκολη (Athanas) |
- η ενότητα προϋποθέτει τέτοιαν ~ και καταλυτική συγχώνευση των αντιθετικών στοιχείων (Chourmouzios)
[cpd s. διείσδυση]
- interpenetration (syn αλληλοεισχώρηση, near-syn L διαπίδυση):