Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αλλεπάλληλος, επίθ.
-
- O ένας επάνω στον άλλο:
- όταν οι δύο τετρακτύς … αλλήλοις συμπλακείεν και σταίεν αλλεπάλληλοι (Γλυκά, Aναγ. 251).
[μτγν. επίθ. αλλεπάλληλος. H λ. και σήμ.]
- O ένας επάνω στον άλλο:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλλεπάλληλος, -η, -ο [alepálilos] (L)
- happening or arranged in close sequence, following one another, successive, cumulative, repeated (syn συχνός) usu in pl αλλεπάλληλοι, -ες, -α:
- αλλεπάλληλες γενεές |
- αλλεπάλληλοι θάνατοι, αλλεπάλληλοι φόνοι και τραυματισμοί |
- αλλεπάλληλες εικόνες |
- αλλεπάλληλα γεγονότα, αλλεπάλληλα ταξίδια, αλλεπάλληλα στάδια, αλλεπάλληλα στρώματα |
- μια σειρά από αλλεπάλληλα επεισόδια |
- αλλεπάλληλα κατορθώματα, αλλεπάλληλα ατυχήματα, αλλεπάλληλα παραπτώματα |
- αλλεπάλληλες συναντήσεις |
- αλλεπάλληλες κρίσεις, αλλεπάλληλες ατυχίες, αλλεπάλληλες αποτυχίες |
- αλλεπάλληλες περιπέτειες, αλλεπάλληλες ήττες, αλλεπάλληλες εθνικές συμφορές, αλλεπάλληλες καταστροφές, αλλεπάλληλες απώλειες, αλλεπάλληλες ζημιές |
- αλλεπάλληλες απόπειρες, αλλεπάλληλοι πειραματισμοί |
- αλλεπάλληλες ανταρσίες, αλλεπάλληλες επιδρομές |
- αλλεπάλληλες ψηφοφορίες, αλλεπάλληλες διακοινώσεις |
- αλλεπάλληλη παράταξη πυροβόλων |
- αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί |
- τυπώνει αλλεπάλληλα βιβλία |
- αλλεπάλληλες εκδόσεις (επανεκδόσεις), αλλεπάλληλες πραγματείες |
- αλλεπάλληλες επεξεργασίες |
- τρεις αλλεπάλληλοι στίχοι |
- αλλεπάλληλες εξελίξεις, αλλεπάλληλες μεταπτώσεις |
- αλλεπάλληλες εκκλήσεις, αλλεπάλληλες προσφορές, αλλεπάλληλες εκπλήξεις, αλλεπάλληλες διαψεύσεις, αλλεπάλληλες απορίες, αλλεπάλληλα ερωτήματα |
- εξωτερικεύει σε αλλεπάλληλες επιστολές την κατάστασή του |
- δυο αλλεπάλληλες φορές η χώρα εξουθενώθηκε |
- τα χτυπήματα άρχισαν αλλεπάλληλα ... νταν, νταν, νταν! |
- ο στρατός είχε καταφέρει χτυπήματα αλλεπάλληλα και γερά με τρεις μεραρχίες |
- αλλεπάλληλες κρούσεις είχαν γίνει από καιρό στους Γάλλους, σποραδικά διαβήματα κλ (Vranousis) |
- οι γεωλόγοι μελέτησαν το φαινόμενο του αλλεπάλληλου ξαπλώματος και οπισθοχώρησης των παγετώνων στις περιοχές των προπόδων των Άλπεων (Platon) |
- μια αλλεπάλληλη σειρά από σαρκαστικά και συχνά αρκετά έξυπνα επιφωνήματα (Thrylos) |
- αλλεπάλληλη διαδοχή ελπίδων και διαψεύσεων (Dimaras) |
- αλλεπάλληλα επίθετα συνοδεύουν το ουσιαστικό (IPetrop) |
- το στενό με τις αλλεπάλληλες ανηφορικές στροφές λέγεται Mακρυπλάγι (Varelas) |
- τα τύμπανα βούιξαν σαν ορυμαγδός από αλλεπάλληλες βροντές (Myriv) |
- τολμηρή αντιμετώπιση των αλλεπάλληλων, των επικίνδυνων προβλημάτων (Charis) |
- αλλεπάλληλες πρεμιέρες δοθήκαν με άδειες αίθουσες (Athanasiadis-N) |
- τα παιδιά άρχισαν έξω από τη μητρική τους γλώσσα ν' αγωνίζουνται να μαθαίνουν δυο αλλεπάλληλες γραπτές |
- την καθαρεύουσα και την αρχαία (Delmouzos) |
- poem στη μεγάλη θεομηνία των όντων | επιβίωσα αλλεπάλληλων εξοντώσεων | και μαζικών καταστροφών (Melissanthi)
[fr MG αλλεπάλληλος ← K]
- happening or arranged in close sequence, following one another, successive, cumulative, repeated (syn συχνός) usu in pl αλλεπάλληλοι, -ες, -α: