Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αλλήλων [alílon] αντων. αιτ. αλλήλους : (λόγ.) δηλώνει αλληλοπάθεια: Aγαπάτε αλλήλους, ο ένας τον άλλον. (απαρχ. έκφρ.) ~ τα βάρη βαστάζετε, να βοηθάτε ο ένας τον άλλον.
[λόγ. < αρχ. ἀλλήλων, ἀλλήλους]
[Λεξικό Κριαρά]
- αλλήλων, αντων.
-
- Έκφρ. απ’ αλλήλων = αμοιβαία:
- (Διγ. Άνδρ. 3955).
[αρχ. αντων. αλλήλων]
- Έκφρ. απ’ αλλήλων = αμοιβαία:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλλήλων s. αλλήλους.