Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλιευτική
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
αλιευτική η.
  • Η αλιευτική τέχνη·
    • (εδώ) ως τίτλος συγγράμματος του Οππιανού:
      • ήτονε Οππιανός, οπού έγραψε την Αλιευτικήν (= τα Αλιευτικά) (Kαρτάν., Π. N. Διαθ. φ. 306r).

[αρχ. ουσ. αλιευτική. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες