Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αληθώς [aliθós] adv (L)
- veritably, really, indeed, truly (syn αληθινά, πραγματικά):
- Xριστός ανέστη! ~ ανέστη! truly He is risen! (greeting response on Easter Sunday and following days)
[fr K ἀληθῶς, specif. through the eccl. usage]
- veritably, really, indeed, truly (syn αληθινά, πραγματικά):