Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αληθές [aliθés] το, (L) philos etc
- true fact, truth (syn αλήθεια1 1b, ant ψευδές, ψεύδος):
- η πραγματικότητα ... υπόκειται και στην αξιολογική διάκριση του αληθούς και του ψευδούς (Papanoutsos) |
- το ~ βιώνεται με την ικανοποίηση (id.) |
- έρευνα και θεωρία του αληθούς (Gregory Naziazene in Tatakis) |
- (πολλοί πιστεύουν ότι) ~ είναι μόνο ό,τι είναι επιστημονικό, ό,τι δηλαδή δίνει η ειδική επιστήμη (Tatakis) |
- τα "Kεφαλληνιακά" του κ. Kοσμετάτου βεβαιώνουν του λόγου το ~ (Venezis) |
- gnom γλώσσα λανθάνουσα τ' αληθή λέγει (L)
[fr ByzG, ← K, AG το ἀληθές, substantiv. n of ἀληθής]
- true fact, truth (syn αλήθεια1 1b, ant ψευδές, ψεύδος):