Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αλανοπερίστερο [alanoperístero] το,
- wild pigeon (syn αγριοπερίστερο):
- poem αχ, το ~ θωρώ και καίγεται η καρδιά μου (Kazanz Od 7.935)
[cpd of αλάνης & περιστέρι]
- wild pigeon (syn αγριοπερίστερο):