Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακυβερνησία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακυβερνησία η [akivernisía] Ο25 : η έλλειψη (καλής) διακυβέρνησης: Mετά τη δολοφονία του Kαποδίστρια η χώρα βρέθηκε σε πλήρη ~.

[λόγ. < ελνστ. ἀκυβερνησία `έλλειψη καθοδήγησης΄ κατά την αλλ. της σημ. της λ. κυβέρνηση]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακυβερνησία [acivernisía] η,
  • ① lack or loss of control (over a vehicle):
    • ~ του φορτηγού
  • ② absence of government, anarchy of administration (government) (syn ανυπαρξία or έλλειψη κυβερνήσεως):
    • η χώρα περιήλθε σε ~ η ιεραρχία δεν ενοχλήθηκε από την ~ της Eκκλησίας (Palaiologos)
  • ③ shaky or bad government (syn ασταθής or κακή διακυβέρνηση, κακή διοίκηση, κακοδιοίκηση):
    • υπονομεύει την τάξη, σπρώχνει την ~ (Melas)

[fr PatrG ἀκυβερνησία 'lack of guidance']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες