Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ακτινοφυσική η [aktinofisikí] Ο29 : (φυσ.) κλάδος της φυσικής που ασχολείται με τη μελέτη των ακτινοβολιών.
[λόγ. ακτινο- + φυσική μτφρδ. γαλλ. radiophysique (physique = φυσική)]