Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακτινοδιαγνωστική
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακτινοδιαγνωστική η [aktinoδiaγnostikí] Ο29 : (ιατρ.) μέθοδος διάγνωσης με ακτινογραφία ή ακτινοσκόπηση: H ~ θεμελιώθηκε πάνω στην ανακάλυψη των ακτίνων Ραίντγκεν.

[λόγ. ακτινο- + διαγνωστική μτφρδ. γαλλ. radiodiagnostic (diagnostic < ελνστ. διαγνωστικός)]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακτινοδιαγνωστική [aktino∂iaγnosticí] η, med
  • diagnosis of ailments of the internal organs or bones through radioscopy (ακτινοσκόπηση) οr X-ray photography (ακτινογράφηση)

[cpd w. διαγνωστική]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες