Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακτινικός -ή -ό
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακτινικός -ή -ό [aktinikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στην ακτίνα: Aκτινική ροή. Aκτινική κίνηση / ταχύτητα ουράνιων σωμάτων, η κίνηση πάνω στην οπτική ακτίνα, τη γραμμή που ενώνει τον παρατηρητή με το ουράνιο σώμα.

[λόγ. < γαλλ. actinique < αρχ. ἀκτιν- (δες ακτίνα) -ique = -ικός]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακτινικός, -ή, -ό [aktinikós] phys
  • radial, actinic:
    • ακτινικές ακτίνες actinic rays |
    • ακτινική ροή radial flow |
    • astron ακτινική κίνηση των απλανών

[der of ακτίς w. suff -ικός, formed, however, by non-Greek scientists; cf Eng actinic]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες