Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακροφοβία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακροφοβία η [akrofovía] Ο25α : (ψυχ.) παθολογική κατάσταση που καταλαμβάνει ορισμένα άτομα όταν βρίσκονται σε ψηλά και απόκρημνα μέρη.

[λόγ. < νλατ. acrophobia < αρχ. ἄκρο(ς) + -phobia = -φοβία]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακροφοβία [akrofovía] η, med
  • fear of heights, acrophobia

[cpd of άκρα & -φοβία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες