Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακρομεγαλία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακρομεγαλία η [akromeγalía] Ο25 : (ιατρ.) παθολογική υπερτροφία των άκρων (χεριών, ποδιών) και του κεφαλιού.

[λόγ. < γαλλ. acromégalie < acro- = ακρο- 3 + αρχ. μεγαλ- (μέγας) -ie = -ία]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακρομεγαλία [akromeγalía] η, anat
  • acromegaly (syn μεγαλακρία):
    • και όγκος όμως της υποφύσεως με ~ ή δίχως αυτήν γίνεται αιτία μιας ωοθηκικής αδράνειας και αμηνόρροιας (Louros)

[cpd of άκρα n pl & μέγας w. suff -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες