Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ακρολεΐνη η [akroleíni] & ακρελαΐνη η [akrelaíni] Ο30 : χημική ουσία που χρησιμοποιείται για παρασκευή δακρυγόνων ή ασφυξιογόνων αερίων.
[λόγ. < γαλλ. acroléine (< λατ. acer `οξύς΄ + olere `μυρίζω΄) -ine = -ίνη· λόγ. παρετυμ. έλαιον]