Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ακροαστικά [akroastiká] ta, med
- auscultatory symptoms heard on a patient by sounding, murmurs (i.e. breath-sounds, heart-sounds etc):
- η κοπέλα παρουσιάζει ~ (Terzakis)
[substantiv. fr ακροαστικά φαινόμενα; s. ακροαστικός]
- auscultatory symptoms heard on a patient by sounding, murmurs (i.e. breath-sounds, heart-sounds etc):