Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακραιφνής -ής -ές
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακραιφνής -ής -ές [akrefnís] Ε10 : (λόγ.) γνήσιος, καθαρός, ειλικρινής: ~ οπαδός / δημοκρατικός / βασιλόφρονας / εθνικόφρονας. ακραιφνώς ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < αρχ. ἀκραιφνής· λόγ. < ελνστ. ἀκραιφνῶς]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακραιφνής, -ής, -ές [akrefnís] (L)
  • pure, true, sincere, not hypocritical (syn αληθινός, ανυπόκριτος, απροσποίητος, ειλικρινής, ant ανειλικρινής, υποκριτικός):
    • ~ οπαδός (δημοκρατικός, φιλελεύθερος, βασιλόφρων) a true follower (democrat, liberal, royalist) |
    • ακραιφνείς εθνικόφρονες devoted nationalists |
    • έχει ακραιφνή αισθήματα |
    • (ο Kρυστάλλης) ένας ~ και ηρωικός δημοτικιστής a genuine and heroic demoticist (Melas) |
    • γνήσια και ~ είναι η ανθρώπινη ποιότητά του his human quality is genuine and unhypocritical (Papanoutsos) |
    • ήταν απειλή ... μέσα στην ακραιφνέστερη παράδοση της τακτικής των ολοκληρωτισμών (Terzakis) |
    • poem αφότου οι τρεις ακοίμητοι ήρωές τους | ανεβήκανε στον ακραιφνή ουρανό | να σε χορέψουν, Ίακχε μυστικέ (Sikel)

[fr K, AG ἀκραιφνής 'unadulterated, pure; untouched, inviolate']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες