Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακαταλόγιστα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ακαταλόγιστα [akatalóyista] adv
  • irrationally, irresponsibly

[der of ακαταλόγιστος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες