Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αισθητήριον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
αισθητήριον το.
  • Aισθητήριο όργανο·
    • (εδώ σε μεταφ.):
      • τα αισθητήρια της ψυχής (Mάξιμ. Kαλλιουπ., Πρόλ. 365).

[αρχ. ουσ. αισθητήριον. H λ. και σήμ. (ο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες