Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αιματοσκόπιο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αιματοσκόπιο [ematoskópio] το, med
  • instrument for the spectroscopic examination of blood, hematoscope.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες