Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αιγόκλημα το [eγóklima] Ο49 : (λόγ.) αγιόκλημα.
[λόγ. < μσν. αιγόκλημα < αιγο- + κλήμα (πρβ. μσνλατ. caprifolium)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αιγόκλημα [eγóklima] το, (L) bot
- honeysuckle, Lonicera caprifolium (syn αγιόκλημα 1, αγιόφυλλο) .