Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αιγοειδή τα [eγoiδí] Ο (βλ. Ε10) : (ζωολ.) κατηγορία θηλαστικών, τα οποία έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την κατσίκα.
[λόγ. αιγο- + -ειδή, ουδ. πληθ. του -ειδής]