Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αθηναιοδίφης [aθineo∂ífis] ο,
- researcher in matters of Athenian history, folklore and language (esp of postmed and modern times)
[cpd w. -δίφης; cf αρχαιοδίφης, νομοδίφης etc]