Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αζιμουθιακός -ή -ό [azimuθiakós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στο αζιμούθιο: Aζιμουθιακοί πίνακες. Aζιμουθιακή στήριξη (διόπτρας, τηλεσκοπίου), τρόπος ή σύστημα στήριξης οργάνου κατόπτευσης, που επιτρέπει την περιστροφή του γύρω από κατακόρυφο και οριζόντιο άξονα. Aζιμουθιακή διόπτρα, που στηρίζεται και περιστρέφεται και σε οριζόντιο και σε κατακόρυφο άξονα.
[λόγ. αζιμούθι(ον) -ακός μτφρδ. αγγλ. azimuthal]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αζιμουθιακός, -ή, -ό [azimuθiakós] (& αζιμουθικός) astron & naut
- azimuthal:
- αζιμουθιακές συντεταγμένες azimuthal coordinates |
- ~ κύκλος azimuth circle |
- αζιμουθιακή πυξίδα azimuth compass |
- αζιμουθιακή προβολή azimuthal projection |
- αζιμουθιακή παρεκτροπή azimuth deviation |
- αζιμουθιακοί πίνακες azimuth tables |
- αζιμουθιακό κάτοπτρο, αζιμουθιακή διόπτρα azimuth mirror
[der of αζιμούθιον]
- azimuthal: