Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αετοράχη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αετοράχη η [aetoráxi] & αϊτοράχη η [(ai)toráxi] Ο30α : ψηλή και απόκρημνη κορυφή βουνού.

[αετο-, αϊτο- + ράχη]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες