Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αερολόγος
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Γεωργακά]
αερολόγος1 [aerolóγos] ο, meteorol
  • aerologist.
[Λεξικό Γεωργακά]
αερολόγος2 [aerolóγos] ο,
  • one given to idle talk, windbag, gasbag (syn λογοκόπος, φαφλατάς, φλύαρος):
    • διώχτε και γκρεμίστε τον από δω πέρα ... τον πλάνο, τον αερολόγο (Palam) |
    • απεραντολόγος, ~, ανοητολόγος ... εμφανίζει την Kυβέρνηση σε επίπεδο χειρότερο (Palaiologos) |
    • η λέξη (φιλοσόφους) στο στόμα της σημαίνει τσαρλατάνους και αερολόγους (Papanoutsos)

[cpd w. -λόγος]

[Λεξικό Γεωργακά]
αερολόγος3, -ος, -ο [aerolóγos]
  • talking nonsense:
    • όπως θυμίζει στους αερολόγους κριτικούς του ο ίδιος, "κάθε ποιητής ... έχει την αφετηρία και την αρχή του από μια προγενέστερη παράδοση ..." (Valetas)

[cpd w. -λόγος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες