Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αεροθεραπεία η [aeroθerapía] Ο25 : θεραπευτικές μέθοδοι που στηρίζονται στην ευεργετική επίδραση του αέρα στον ανθρώπινο οργανισμό: H ~ διεγείρει τη γενική αντίσταση και τη ζωτικότητα του οργανισμού.
[λόγ. < αγγλ. aerotherapy < aero- = αερο- + -therapy = -θεραπεία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αεροθεραπεία [aeroθerapía] η, med
- fresh-air treatment, air cure, aerotherapy, aerotherapeutics:
- κάνει ~ |
- (καλό είναι) μαζί με την κολύμβηση να συνδυάζωνται η ηλιοθεραπεία και η ~Chrysafis)
[cpd w. θεραπεία]
- fresh-air treatment, air cure, aerotherapy, aerotherapeutics: