Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγχίνους -ους -ουν [anxínus] Ε12ε : (λόγ.) οξύνους. ANT βραδύνους. || (ως ουσ.). || (ψυχ.): ~ μνήμη, η ικανότητα του ατόμου να συγκρατεί παραστάσεις συνδέοντάς τες με άλλες παλαιότερες, με τις οποίες βρίσκει ομοιότητες.
[λόγ. < αρχ. ἀγχίνους]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αγχίνους, -ους [aŋ ínus] (L) rare
- of quick perception, keen, sharp-witted (syn οξύνους, σπιρτόζος)
[fr AG ἀγχίνους]