Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγροζημία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγροζημία η [aγrozimía] Ο25 : αδίκημα που συνίσταται σε φθορά ξένης αγροτικής καλλιέργειας.

[λόγ. αγρο- + ζημία]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγροζημία [aγrozimía] η, (& rare αγροζημιά) (L) law
  • damage caused to a cultivated field, vineyard etc, field damage (syn L αγροτική βλάβη):
    • περιορίζεις τις αγροζημίες και τις κλοπές στην περιουσία σου |
    • τον είχε βάλει ο νουνός... να διαφεντεύη το χτήμα και να το φυλάη από τις αγροζημιές (Myriv)

[cpd w. ζημία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες