Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριόπαπια
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγριόπαπια η [aγriópapxa] Ο27α : ονομασία υδρόβιων πτηνών: Tο κυνήγι της αγριόπαπιας. || (ζωολ.) ~ η κοινή, πτηνό από το οποίο κατάγεται η εξημερωμένη πάπια.

[αγριο- + πάπια]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγριόπαπια [aγriópapja] η, zoo
  • wild duck, as Anas platyrhynchos (mallard, syn dial γερμάνι, αγερμανός) Anas boschas, Anas penelope, Anas creca and Anas querquedula. In lit:
    • ένα κοπάδι αγριόπαπιες |
    • βάλτος με αγριόπαπιες |
    • άρχισαν την ομιλία με λόγια επαινετικά για την ωραία βάρκα, πράσινη σαν ~ (Drosinis) |
    • οι λίμνες (ήταν) γεμάτες αγριόπαπιες (Kazantz) |
    • απάνω στα νερά μαύρες γραμμές από αγριόπαπιες... που... ανοίγουν τα φτερά τους (Charis) |
    • η ~ να ξύνη το λαιμό της μέσα στις καλαμιές (KPolitis) |
    • poem κ' οι αγριόπαπιες βαραίνουν τα φτερά και χαμηλώνουν πίσω | απ' τα καλάμια (SKapsaskis) |
    • κ' οι αγριόπαπιες, οι πάπιες, | κόβουν τα φόντα τ' ουρανού (Skarimpas)

[cpd fr άγρια πάπια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες