Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριόγαλος
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αγριόγαλος [aγrióγalos] ο, region.
  • any of several bustards
  • ① great bustard, Otis tarda,
  • ② Otis tetrax (syn αγριόκοτα 3, αγριόχηνα 3)

[cpd w. γάλος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες