Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριομηλιά
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγριομηλιά η [aγriomilá] Ο24 : ονομασία άγριων δέντρων που συνήθ. συγγενεύουν με τη μηλιά.

[μσν. αγριομηλέα με συνίζ. για αποφυγή της χασμ. < αγριο- + μηλέα > μηλιά]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγριομηλιά [aγriomiljá] η, bot
  • ① wild apple tree, crab, crab apple
  • ② whitebeam tree, Sorbus aria varia cretica or graeca
  • ③ loquat, Japanese medlar, Eriobatrya japonica (syn in μεσπιλιά) In lit:
    • poem... κανένας δε βραδυπορεί, μήτε και σαν επιθυμήση | να κόψη καλαμιές μέσ' απ' την καταχνιά ή να καρπίση με το αγιάζι | μέσ' τα βαθιά χαντάκια σαν ~ (Karantonis)

[fr MG αγριομηλέα, cpd of αγρία μηλέα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες