Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριολινάρι
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αγριολινάρι [aγriolinári] το, (& αγριολίναρο) bot
  • ① Linum angustifolium:
    • αγριολίναρο του βουνού
  • ② wild plants similar to linum such as bastard toadflax, Thesium humile (syn αρμύρα, αρμυρήθρα) ; two kinds of delphinium, i.e. larkspur, Delphinium ajacis (syn καπουτσίνος) and Delphinium paniculatum

[cpd w. λινάρι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες