Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριοκόκορας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγριοκόκορας ο [aγriokókoras] Ο5 πληθ. και αγριοκοκόροι : η αρσενική αγριόκοτα.

[αγριο- + κόκορας]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγριοκόκορας [aγriokókoras] ο,
  • ① orn hoopoe, Upupa epops (syn αγριοπετεινός 1, κουκλοπετεινός, τσαλαπετεινός)
  • ② bot corn flag, Gladiolus segetum (syn αγριοπετεινός 2, αγριοφοινικιά, πασχαλιάτικο, σπαθόχορτο)

[cpd w. κόκορας]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες