Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριλιά
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Γεωργακά]
αγριλιά s. αγριελιά.
[Λεξικό Γεωργακά]
αγρίλιαστος1, -η, -ο [aγríljastοs]
  • not provided w. shutters, of windows

[cpd w. γριλιαστός 'made w. shutters', der of γριλιάζω]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγρίλιαστος2, -η, -ο [aγríljastοs]
  • not grilled, not broiled:
    • αγρίλιαστο κρέας

[cpd w. γριλιάζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες