Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγριαγκινάρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αγριαγκινάρα [aγriaŋɟinára] η, (& αγριογκινάρα) bot & garden
  • wild artichoke, cardoon, Cinara sibthorpiana, Cinara cardunculus and the latter's variety Cinara horrida (syn άγρια αγκινάρα)

[fr MG αγριοκινάρα, cpd w. κινάρα; cf αγκινάρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες